Η άσκηση είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους για να διατηρήσουμε τη σωματική και ψυχική μας υγεία. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να παραμείνουν ενεργοί και να ενσωματώσουν την άσκηση στη ζωή τους. Η ψυχολογία της παρακίνησης για άσκηση αποτελεί ένα κρίσιμο πεδίο που εξετάζει τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιθυμία μας να ασκηθούμε και τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να ενισχύσουμε αυτή την επιθυμία.

Ένας από τους κύριους παράγοντες που επηρεάζουν την παρακίνηση είναι η αυτοεκτίμηση. Όταν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι ικανοί να επιτύχουν τους στόχους τους, είναι πιο πιθανό να συμμετάσχουν σε δραστηριότητες άσκησης. Η θέσπιση ρεαλιστικών και εφικτών στόχων μπορεί να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση, δημιουργώντας έναν θετικό κύκλο παρακίνησης. Όταν οι άνθρωποι βλέπουν πρόοδο, νιώθουν πιο ικανοί και ενθουσιασμένοι να συνεχίσουν.

Η κοινωνική υποστήριξη είναι επίσης σημαντική. Οι άνθρωποι που ασκούνται με φίλους ή σε ομάδες έχουν περισσότερες πιθανότητες να παραμείνουν συνεπείς. Η αλληλεπίδραση με άλλους δημιουργεί ένα αίσθημα κοινότητας και ενθάρρυνσης, μειώνοντας την αίσθηση της απομόνωσης που συχνά συνοδεύει την άσκηση. Συμμετοχή σε ομαδικές δραστηριότητες, όπως μαθήματα γυμναστικής ή αθλητικά σωματεία, μπορεί να κάνει την άσκηση πιο ευχάριστη και λιγότερο υποχρεωτική.

Η δημιουργία ευχάριστης εμπειρίας είναι καθοριστική. Αν η άσκηση συνδέεται με θετικά συναισθήματα, οι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να την επαναλαμβάνουν. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί διαλέγοντας δραστηριότητες που απολαμβάνουμε, είτε πρόκειται για χορό, τρέξιμο στη φύση ή κολύμπι. Η διασκέδαση και η ευχαρίστηση από την άσκηση ενισχύουν την επιθυμία να παραμείνουμε δραστήριοι.

Επιπλέον, η ανάπτυξη μιας ρουτίνας μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην παρακίνηση. Όταν η άσκηση γίνεται συνήθεια, απαιτεί λιγότερη νοητική προσπάθεια και αποφάσεις. Ο προγραμματισμός συγκεκριμένων ωρών για άσκηση και η δέσμευση σε αυτές τις ώρες μπορεί να καταστήσει την άσκηση μέρος της καθημερινής ζωής.

Τέλος, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η παρακίνηση για άσκηση είναι μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο και προσπάθεια. Η κατανόηση των ψυχολογικών παραγόντων που επηρεάζουν την απόφασή μας να ασκηθούμε μπορεί να μας βοηθήσει να αναπτύξουμε στρατηγικές για να παραμείνουμε ενεργοί και να απολαμβάνουμε τα οφέλη που προσφέρει η σωματική δραστηριότητα.

Είναι ευρέως γνωστό και αποδεκτό πως η γυμναστική είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την υγεία ενός ατόμου και αποτελεί το πιο αποτελεσματικό μέσο πρόληψης ασθενειών, αλλά και το καλύτερο «φάρμακο» για την αντιμετώπισή τους.

Πολλές έρευνες ωστόσο, υποδεικνύουν πως η γυμναστική ασκεί βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα οφέλη όχι μόνο στο σωματικό, αλλά και στο ψυχολογικό επίπεδο. Συγκεκριμένα,  σε έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet Psychiatry, άτομα που ανέφεραν ότι έκαναν σωματική άσκηση είχαν 43% λιγότερες ημέρες με «κακή ψυχική υγεία» τον τελευταίο μήνα, σε σύγκριση με εκείνους που δεν έκαναν σωματική άσκηση.
Με την συστηματική άσκηση ουσιαστικά, ο ανθρώπινος οργανισμός μας παράγει ενδορφίνες – φυσικές ουσίες που προάγουν την ψυχική ευεξία.
Δεδομένου του υψηλού επιπέδου στρές και άγχους που χαρακτηρίζει τη «σύγχρονη κοινωνία» και τη καθημερινότητα μας, ας δούμε λοιπόν μαζί, πως συμβάλει η γυμναστική στην βελτίωση της ψυχικής μας υγείας.

  1. Μειώνει το άγχος.
    Σύμφωνα με τις θεωρίες που αφορούν το άγχος, όσο πιο πολύ σκεφτόμαστε ένα γεγονός ή ένα θέμα που μας προβληματίζει, τόσο περισσότερο ωθούμε τον εαυτό μας στη βίωση άγχους.
    Η γυμναστική καταφέρνει να «αποκλείσει» από τη σκέψη του ατόμου για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (όσο διαρκεί η άσκηση και για λίγο χρόνο μετά) τα όποια προβλήματα και ανησυχίες το απασχολούν, με αποτέλεσμα να «απαλλάσσεται» και από το άγχος.
  2. Βελτιώνει την αυτοεκτίμηση και την αυτό-εικόνα.
    Η γυμναστική βελτιώνει την εξωτερική εμφάνιση του ατόμου και το οδηγεί στο συναίσθημα αποδοχής και ευχαρίστησης για την εμφάνισή του.
  3. Αυξάνει τα επίπεδα ενέργειας.
    Η θετική διάθεση που πηγάζει από την άσκηση, η αυξανόμενη αυτοεκτίμηση και ικανοποίηση, μας καθιστά περισσότερο κινητικούς και λειτουργικούς, περισσότερο παραγωγικούς και στον τομέα της εργασίας μας.
  4. Βοηθάει στον ύπνο: η άσκηση συμβάλλει στη καλύτερη ποιότητα ύπνου και τη πραγματική χαλάρωση.
  5. Μειώνει τα συμπτώματα που συνδέονται με ψυχικές διαταραχές: Η γυμναστική έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλά παρεμβατικά προγράμματα για την αποκατάσταση ψυχικών διαταραχών ως βοηθητική λειτουργία. Υποστηρίζεται ότι μόνο η άσκηση δεν μπορεί να αποτελεί θεραπεία για ψυχικές διαταραχές, αλλά αναδεικνύεται ο βοηθητικός της ρόλος.